Προβλέψεις Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου για το Δημόσιο Χρέος και Πλεόνασμα της Ελλάδας έως το 2029

Προβλέψεις Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου για το Δημόσιο Χρέος και Πλεόνασμα της Ελλάδας έως το 2029


Σύμφωνα με την έκθεση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου για τις παγκόσμιες δημοσιονομικές εξελίξεις, το δημόσιο χρέος της Ελλάδας, που περιλαμβάνει και τους αναβαλλόμενους τόκους από τα δάνεια κατά την περίοδο των μνημονίων, αναμένεται να μειωθεί από το 168,9% του ΑΕΠ το 2023 στο 159% το 2024. Ωστόσο, η μείωση θα συνεχιστεί τα επόμενα χρόνια, φτάνοντας το 139,4% μέχρι το 2029, δηλαδή μείωση σχεδόν 30 ποσοστιαίων μονάδων.

Αναφορικά με το πρωτογενές πλεόνασμα της χώρας, αυτό θα ανέλθει στο 2,1% του ΑΕΠ το 2024, αυξάνοντας από το 1,9% του 2023, και αναμένεται να παραμείνει σε αυτά τα επίπεδα μέχρι το 2029. Το συνολικό δημοσιονομικό ισοζύγιο, περιλαμβάνοντας και τους τόκους εξυπηρέτησης του δημόσιου χρέους, θα εμφανίσει έλλειμμα 1% του ΑΕΠ το 2024 και 0,9% το 2025, με προοπτικές αύξησης στο 1,5% το 2029.

Τα έσοδα της Γενικής Κυβέρνησης προβλέπεται να φτάσουν το 47,6% του ΑΕΠ το 2024, διατηρούμενα κοντά σε επίπεδα 47,7% το 2025 και σταδιακά να μειωθούν στο 44,2% μέχρι το 2029. Αντίστοιχα, οι δαπάνες θα ανέλθουν στο 48,6% του ΑΕΠ και το 2025, και θα υποχωρήσουν στο 45,7% το 2029.

Σε παγκόσμιο επίπεδο, το δημόσιο χρέος αναμένεται να ξεπεράσει τα 100 τρισ. δολάρια, καθιστώντας περίπου το 93% του παγκόσμιου ΑΕΠ μέχρι το τέλος του 2024, με εκτιμήσεις για περαιτέρω αύξηση κοντά στο 100% του ΑΕΠ έως το 2030. Το ΔΝΤ υπογραμμίζει ότι, ενώ σε πολλές χώρες αναμένεται σταθεροποίηση ή μείωση του χρέους, οι μελλοντικές επιδόσεις ίσως να είναι χειρότερες από τις προβλέψεις και θα απαιτήσουν μεγαλύτερες δημοσιονομικές προσαρμογές για τη σταθεροποίηση ή μείωση του χρέους.

Η έκθεση προτείνει ότι οι χώρες χρειάζεται να διαχειριστούν τους κινδύνους του χρέους μέσω καλά σχεδιασμένων δημοσιονομικών πολιτικών που θα προάγουν την ανάπτυξη και την ευημερία των ευάλωτων νοικοκυριών, την ώρα που θα επωφελούνται από τις μειώσεις επιτοκίων των κεντρικών τραπεζών.

Πηγή: newsbeast.gr