Το θετικό κλίμα στη δευτερογενή αγορά, σε συνδυασμό με τις ευνοϊκές εξελίξεις στον τομέα των δημόσιων οικονομικών, έχει οδηγήσει σε ένα παράδοξο φαινόμενο: η Ελλάδα, που έχει πιστοληπτική ικανότητα αρκετά χαμηλότερη (BB, BB-) από τη Γαλλία (ΑΑ-, Αa2), να δανείζεται με χαμηλότερο επιτόκιο. Αυτό το γεγονός αφορά κυρίως το 5ετές ομόλογο των δύο χωρών.
Αυτές τις τελευταίες ημέρες, η απόδοση του ελληνικού 5ετούς ομολόγου καταγράφηκε στο 2,39%, υποχωρώντας κάτω από την αντίστοιχη γαλλική, που είναι στο 2,48%. Αντίθετα, η απόδοση του ελληνικού 10ετούς ομολόγου είναι 3,10%, συγκριτικά με το 2,94% του γαλλικού και το 3,47% του ιταλικού.
Η εικόνα αυτή αντικατοπτρίζει τις θετικές εξελίξεις που παρατηρούνται στο δημοσιονομικό πεδίο, καθώς και τις βελτιωμένες συνθήκες διαχείρισης του δημοσίου χρέους στην Ελλάδα. Ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Κωστής Χατζηδάκης, ανέβασε τον στόχο του πρωτογενούς πλεονάσματος για φέτος στο 2,4% του ΑΕΠ, ενισχύοντας έτσι τις προσδοκίες για τη δημοσιονομική σταθερότητα της χώρας.
Η διαχείριση του δημόσιου χρέους παραμένει σε ικανοποιητικά επίπεδα, με τις δανειακές ανάγκες της χώρας να είναι χαμηλές. Μέχρι στιγμής, η Ελλάδα έχει υλοποιήσει περίπου το 91% του προγραμματισμένου δανεισμού της για το 2023, έχοντας αντλήσει 9,1 δισ. ευρώ από τις αγορές. Ο Οργανισμός Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους είχε εκτιμήσει ότι η συνολική δανειακή ανάγκη για φέτος θα κυμανθεί μεταξύ 7 και 10 δισ. ευρώ, σχεδιάζοντας παράλληλα τη μείωση των ταμειακών διαθεσίμων του Δημοσίου κατά 3,65 δισ. ευρώ για τη σταδιακή μείωση του δημόσιου χρέους κατά περίπου 1,5% του ΑΕΠ.
Σύμφωνα με την τελευταία έκθεση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ), προβλέπεται ότι το δημόσιο χρέος θα μειωθεί στο 138% του ΑΕΠ μέχρι το 2029.
Πηγή: newsbeast.gr